Η επενέργεια του χρώματος

Πολύχρωμη Ζωή, 1907

Βασίλι Καντίνσκι
Για το πνευματικό στην τέχνη
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Διεύθυνση: Δημήτρης Δεληγιάννης, Ιστορικός της Τέχνης-Μουσειολόγος
Τίτλος Πρωτοτύπου: Über das Geistige in der Kunst
Η μετάφραση έγινε από το γερμανικό πρωτότυπο
για την ελληνική γλώσσα: εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ (1981)
Μετάφραση: Μηνάς Παράσχης


Όταν αφήνει κανείς το βλέμμα να κυλήσει πάνω σε μια καλυμμένη χρώματα παλέτα, προκύπτουν τότε δύο κύρια αποτελέσματα:

1. Παράγεται μια καθαρά φυσική επενέργεια, μαγεύεται δηλαδή το ίδιο το μάτι από την ομορφιά και τις άλλες ιδιότητες του χρώματος. Νιώθει ο θεατής ένα συναίσθημα ικανοποίησης, χαράς, όπως ένας γαστρονόμος όταν έχει στο στόμα του μια λιχουδιά. Ή διεγείρεται το μάτι, όπως ο ουρανίσκος από ένα πικάντικο έδεσμα. Και ξαναηρεμεί ή δροσίζεται, όπως το δάκτυλο στην επαφή του πάγου. Όλα αυτά είναι, σε κάθε περίπτωση, φυσικά συναισθήματα, και σαν τέτοια μπορούν να είναι μικρής μόνο διάρκειας. Είναι επίσης επιφανειακά και δεν αφήνουν πίσω τους καμιά διαρκή εντύπωση, όταν παραμένει η ψυχή κλειστή. Όπως ακριβώς μπορεί να βιωθεί με την επαφή του πάγου μόνο το συναίσθημα ενός φυσικού ψύχους και ξεχνιέται το συναίσθημα αυτό μετά την επαναθέρμανση του δακτύλου, ξεχνιέται με τον ίδιο τρόπο και η φυσική επενέργεια του χρώματος, όταν αποστρέφεται η ματιά. Κι όπως ακριβώς διεγείρει το φυσικό συναίσθημα του ψύχους του πάγου όταν διεισδύει βαθύτερα, σε άλλα βαθύτερα συναισθήματα και μπορεί να σχηματίσει μια ολόκληρη αλυσίδα ψυχικών βιωμάτων, μπορεί έτσι επίσης να εξελιχθεί η επιφανειακή εντύπωση του χρώματος σε ένα βίωμα.

Μαύρη Κηλίδα, 1912

Τα συνηθισμένα μόνο αντικείμενα επενεργούν σε έναν μέσης αισθαντικότητας άνθρωπο τελείως επιφανειακά. Εκείνα όμως, τα οποία τίθενται για πρώτη φορά απέναντί μας, ασκούν αμέσως επάνω μας μια ψυχική εντύπωση. Έτσι αισθάνεται τον κόσμο το παιδί, για το οποίο κάθε αντικείμενο είναι καινούριο. Βλέπει αυτό το φως, προσελκύεται απ' αυτό, θέλει να το πιάσει, καίει τα δάκτυλά του και του δημιουργείται φόβος και σεβασμός μπροστά στη φλόγα. Μαθαίνει ύστερα πως το φως έχει εκτός από εχθρικές πλευρές και φιλικές επίσης, πως διώχνει το σκοτάδι, πως μακραίνει τη μέρα, πως μπορεί να ζεσταίνει, να χρησιμοποιείται για μαγείρεμα και να προσφέρει ένα διασκεδαστικό θέαμα. Μετά τη συλλογή των εμπειριών αυτών, έχει γίνει η γνωριμία με το φως και οι γνώσεις γι' αυτό το ίδιο εναποθηκεύονται στον εγκέφαλο. Το έντονα επιτεταμένο ενδιαφέρον εξαφανίζεται, και η ιδιότητα της φλόγας να παρέχει ένα θέαμα αγωνίζεται με πλήρη αδιαφορία ενάντια σ' αυτές. Καταλύεται βαθμιαία, πάνω σ' αυτό το δρόμο, η μαγεία του κόσμου. Ξέρει κανείς πως τα δέντρα δίνουν ίσκιο, πως τα άλογα μπορούν να τρέχουν γρήγορα και τα αυτοκίνητα ακόμα γρηγορότερα, πως τα σκυλιά δαγκώνουν, πως το φεγγάρι είναι μακριά, πως ο άνθρωπος στον καθρέφτη δεν είναι κάτι αυθεντικό.


Ο γαλάζιος καβαλάρης, 1903


Και μόνο σε μια ανώτερη βαθμίδα ανάπτυξης του ανθρώπου διευρύνεται συνεχώς ο κύκλος των ιδιοτήτων εκείνων οι οποίες εμπεριέχονται σε διάφορα αντικείμενα και όντα. Σε μια ανώτερη ανάπτυξη αποκτούν τα αντικείμενα και τα όντα αυτά εσωτερική αξία και εν τέλει εσωτερικό ήχο. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με το χρώμα, το οποίο μπορεί σε χαμηλή βαθμίδα ψυχικής ευαισθησίας να προκαλέσει μια επιφανειακή μόνον επενέργεια, μια επενέργεια που εξαφανίζεται σύντομα μετά τη λήξη της διέγερσης. Αλλά και στην κατάσταση αυτή, η απλούστατη αυτή επενέργεια ποικίλλει. Προσελκύεται το μάτι περισσότερο και εντονότερα από τα πιο ανοιχτά χρώματα και ακόμα περισσότερο και ακόμα εντονότερα από τα πιο ανοιχτά, πιο ζεστά: το κόκκινο-κιννάβαρι προσελκύει και διεγείρει όπως η φλόγα, την οποία κοιτάζει ο άνθρωπος πάντοτε με λαχτάρα. Το ζωηρό κίτρινο του λεμονιού προκαλεί πόνο στο μάτι και μετά την πάροδο αρκετού χρόνου, όπως στο αυτί μια οξύηχη σάλπιγγα. Το μάτι γίνεται ανήσυχο, δεν αντέχει για πολλή ώρα στη θέα και αναζητεί να βυθιστεί και να ηρεμήσει στο μπλε ή στο πράσινο. Σε μια ανώτερη όμως βαθμίδα ανάπτυξης, ξεπηδά από τη στοιχειώδη επενέργεια μια βαθύτερα διεισδούσα, η οποία προκαλεί μια συγκίνηση του θυμικού. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται:

2. Για το δεύτερο κύριο αποτέλεσμα της παρατήρησης του χρώματος, για την ψυχική δηλαδή επενέργεια αυτού του ιδίου. Εμφανίζεται εδώ η ψυχική δύναμη του χρώματος. η οποία προκαλεί μια ψυχική δόνηση. 

Κοζάκοι, 1910-11


Παραμένει ίσως προβληματικό, το αν είναι πράγματι η δεύτερη αυτή επενέργεια άμεση, όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς από τις τελευταίες σειρές, ή το εάν επιτυγχάνεται συνειρμικά. Επειδή είναι γενικά η ψυχή άρρηκτα συνδεδεμένη με το σώμα, είναι έτσι δυνατό να προκαλεί ψυχική συγκίνηση μια άλλη, αντίστοιχή της συνειρμικά. Μπορεί π.χ. να προκαλέσει το κόκκινο χρώμα μια παρόμοια ψυχική δόνηση μ' εκείνη της φωτιάς, επειδή το κόκκινο είναι το χρώμα της φωτιάς. Το ζεστό κόκκινο επενεργεί διεγερτικά, μπορεί το κόκκινο αυτό να φτάσει μέχρι και σε οδυνηρό βασανισμό, και μέσω ίσως της ομοιότητας με το αίμα που κυλάει. Ξυπνά αμέσως το χρώμα αυτό μια ανάμνηση ενός άλλου φυσικού αρχέγονου κινήτρου, το οποίο ασκεί απαραίτητα μια βασανιστική επίδραση πάνω στην ψυχή.

Αν ήταν αυτό ο κανόνας, θα μπορούσαμε τότε εύκολα να βρούμε με το συνειρμό μια εξήγηση των άλλων φυσικών επενεργειών του χρώματος, των επενεργειών δηλαδή όχι μόνο στο οπτικό όργανο, αλλά και πάνω στις άλλες αισθήσεις. Μπορεί κανείς ακριβώς να παραδεχθεί, πως π.χ. το ανοιχτό κίτρινο προκαλεί μια όξινη εντύπωση από συνειρμό με το λεμόνι.

Δεν είναι όμως διόλου δυνατή η επίτευξη τέτοιων εξηγήσεων. Γιατί όσον αφορά τη γεύση του χρώματος, είναι γνωστά διάφορα παραδείγματα, όπου εξήγηση αυτή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Διηγείται ένας γιατρός από τη Δρέσδη για κάποιον από τους ασθενείς του, τον οποίο χαρακτηρίζει σαν ένα «πνευματικά ασυνήθιστα εξέχον» άτομο, πως γευόταν μια συγκεκριμένη σάλτσα πάντα και αλάνθαστα «μπλε», την αισθανόταν δηλαδή όπως το μπλε χρώμα. Θα μπορούσε ίσως κανείς να παραδεχθεί μια παρόμοια, αλλά διαφορετική βέβαια εξήγηση, πως ακριβώς σε πολύ καλλιεργημένα άτομα οι δρόμοι προς την ψυχή είναι τόσο άμεσοι, και μπορούν να επιτευχθούν οι εντυπώσεις αυτών των ιδίων τόσο γρήγορα, ώστε να φτάνει μια επενέργεια, η οποία περνάει, διά μέσου της γεύσης, αμέσως στην ψυχή και να επιτρέπει τη συνήχηση των αντίστοιχων δρόμων από την ψυχή στα άλλα υλικά όργανα (στην περίπτωσή μας -στο μάτι). Θα επρόκειτο για μιας κάποιας μορφής ηχώ ή αντήχηση, όπως συμβαίνει με μουσικά όργανα, όταν, δίχως  να εγγιστούν αυτά τα ίδια, συνηχούν μαζί με κάποιο άλλο όργανο, το οποίο εγγίζεται άμεσα. Τέτοια υπερ-αισθητικά άτομα είναι σαν καλά, πολυπαιγμένα βιόλια, που δονούνται σε κάθε επαφή με το δοξάρι σε όλα τα μέρη και τις ίνες.

Πορτρέτο της Γκαμπριέλ Μούντερ, 1905

Με την παραδοχή αυτής της εξήγησης δεν πρέπει βέβαια να θεωρείται η όραση συναρτημένη μόνο με τη γεύση, αλλά και με όλες τις άλλες αισθήσεις. Και έτσι συμβαίνει όντως. Μπορούν μερικά χρώματα να είναι σκληρά, να χτυπούν στο μάτι, ενώ απεναντίας, άλλα γίνονται αισθητά σαν κάτι λείο, βελούδινο στην υφή, έτσι που θα τα χάιδευε κανείς με ευχαρίστηση (μπλε ουλτραμαρίν σκούρο, πράσινο του οξειδίου του χρωμίου, λάκκα του κόκκινου του ριζαριού-krapplack). Και αυτή η ίδια η διαφορά ανάμεσα στο ψυχρό και στο θερμό του τόνου των χρωμάτων βασίζεται πάνω σ' αυτή την αίσθηση. Υπάρχουν παρόμοια χρώματα απαλά στην εμφάνιση (λάκκα του κόκκινου του ριζαριού) ή άλλα που εμφανίζονται μόνιμα σκληρά (πράσινο του κοβαλτίου, οξείδιο του πράσινου-μπλε), έτσι ώστε είναι δυνατό να εκληφθεί το φρεσκοβγαλμένο από το σωληνάριο χρώμα σαν ξερό.

Η έκφραση «ευωδιαστά χρώματα» είναι γενικά εύχρηστη. 

Είναι τέλος, η ακοή των χρωμάτων τόσο επακριβής, που δεν βρίσκεται ίσως κανένα άτομο, το οποίο να προσπαθεί να αποδώσει την εντύπωση του ζωηρού κίτρινου στα μπάσα πλήκτρα του πιάνου ή να χαρακτηρίσει τη λάκκα του κόκκινου του ριζαριού πιο βαθιά από μια φωνή σοπράνο.

Κυρία στη Μόσχα, 1912


Η εξήγηση αυτή (δηλαδή πράγματι μέσω του συνειρμού) δεν είναι επαρκής για ορισμένες περιπτώσεις, που είναι για μας εντελώς ιδιαίτερης σπουδαιότητας. Όποιος έχει ακούσει για χρωμοθεραπεία, ξέρει, πως το χρωματιστό φως μπορεί να προκαλέσει μια εντελώς ιδιαίτερη επίδραση σ' ολόκληρο το σώμα. Έχουν γίνει ποικίλες προσπάθειες εκμετάλλευσης της δύναμης αυτής του χρώματος και της εφαρμογής της σε διάφορες νευρικές παθήσεις, όπου παρατηρήθηκε πάλι, πως το κόκκινο επιδρά αναζωογονητικά, διεγερτικά ακόμα και στην καρδιά, ενώ αντιθέτως, το μπλε μπορεί να οδηγήσει σε παροδική παράλυση. Αν είναι κανείς σε θέση να παρατηρήσει μια τέτοιου είδους επίδραση και στα ζώα και ακόμα και στα φυτά, πράγμα που συμβαίνει κατά κανόνα, λείπει τότε εδώ η εξήγηση του συνειρμού εντελώς. Αποδεικνύουν τα γεγονότα αυτά σε κάθε περίπτωση, πως το χρώμα κρύβει μέσα του μια ελάχιστα ανιχνευμένη, αλλά τεράστια δύναμη, η οποία μπορεί να επηρεάσει ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα σαν φυσικό οργανισμό.

Το τραγούδι του Βόλγα, 1906

Στο βαθμό όμως που δεν μας φαίνεται στην περίπτωση αυτή ο συνειρμός ικανοποιητικός, δεν μπορούμε τότε να θεωρούμε επαρκή την εξήγηση αυτή και όσον αφορά την επενέργεια του χρώματος πάνω στον ψυχισμό. Είναι λοιπόν εν γένει το χρώμα ένα μέσο για την άσκηση μιας άμεσης επήρειας πάνω στην ψυχή. Το χρώμα είναι το πλήκτρο. Το μάτι είναι το σφυρί. Η ψυχή είναι το πιάνο με τις πολλές χορδές.

Ο καλλιτέχνης είναι το χέρι που κάνει μέσω εκείνου ή του άλλου πλήκτρου την ανθρώπινη ψυχή να δονηθεί επωφελώς.

Έτσι είναι προφανές πως πρέπει η αρμονία των χρωμάτων να βασίζεται μόνο στο αξίωμα της επωφελούς προσέγγισης της ανθρώπινης ψυχής.

Η βάση αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί σαν αξίωμα της εσωτερικής αναγκαιότητας. 

Ζευγάρι που ιππεύει, 1906
 

Σχόλια