1956 και μετά

1956 and after

International Socialism Journal

Issue: 151

Emma Davis



Βιβλιοκριτική: Κόντρα στο ρεύμα: Η άκρα αριστερά της Βρετανίας από το 1956 των Έβαν Σμιθ και Μάθιου Γουόρλεϊ (Manchester University Press, 2014)


Η ανάγκη για μια γνήσια αριστερή εναλλακτική στις περικοπές, τις ιδιωτικοποιήσεις, το ρατσισμό, τον πόλεμο και την κλιματική αλλαγή είναι επείγουσα. Ο τεράστιος ενθουσιασμός γύρω από την εκλογή του αριστερού Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία των Εργατικών φανερώνει την εντυπωσιακή δυναμική της ενότητας στους αγώνες. Παρ' όλα αυτά, μια ματιά στην ιστορία της Βρετανικής αριστεράς επιβεβαιώνει μια καταγραφή πολλών οργανώσεων και ομάδων που μπορεί και να προκαλούν σύγχυση, ειδικά σε όσους και όσες για πρώτη φορά συμμετέχουν στο κίνημα.

Μεγάλο κομμάτι της αριστεράς προσδιορίζονταν από τη στάση του απέναντι στο Σταλινισμό, ειδικά μετά από δύο γεγονότα του 1956: τη "μυστική ομιλία" του Νικίτα Χρουστσόφ που αποκάλυψε τη σταλινική θηριωδία και τη Σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία. Το Κόντρα στο Ρεύμα αναλαμβάνει τη δύσκολη δουλειά τού να εξετάσει το πώς οι διάφορες οργανώσεις της "άκρας αριστεράς" παρενέβαιναν σε κινήματα και συζητήσεις από το 1956 και μετά. Η συλλογή 13 δοκιμίων, που επιμελήθηκαν οι Έβαν Σμιθ και Μάθιου Γουόρλεϊ, δεν είναι μια συνεκτική ιστορία, αλλά μάλλον μια σπίθα που μπορεί να ανάψει τη συζήτηση μεταξύ των αριστερών ακτιβιστών για τη σχέση των αριστερών ομάδων τής μετά το 1956 εποχής και των σημερινών οργανώσεων και κινημάτων.

Ο Τόνι Κλιφ, ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Σοσιαλιστικής Επιθεώρησης (Socialist Review Group) και αργότερα του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (SWP), είχε μια κρίσιμη συμβολή στην κατανόηση του Σταλινισμού και στις διαφωνίες που υπήρχαν εντός της Τροτσκιστικής 4ης Διεθνούς, που περιέγραφε τη Σοβιετική Ένωση ως "εκφυλισμένο εργατικό κράτος". Ο Κλιφ επιχειρηματολογούσε, από τα τέλη της δεκαετίας του 1940, ότι η Ρωσία είχε πάψει να είναι εργατικό κράτος στα τέλη της δεκαετίας του 1920, όταν η σταλινική γραφειοκρατία αναδείχθηκε ως κυρίαρχη τάξη. Η Ρωσία άρχισε να δρα όπως και κάθε άλλο καπιταλιστικό κράτος, με εκμετάλλευση των εργατών στο εσωτερικό της χώρας και ανταγωνισμό στο διεθνές επίπεδο. Η ταξική διαίρεση στη Σταλινική Ρωσία, μαζί με τη βάρβαρη καταπίεση των μαζών από το κράτος, σήμαινε ότι δεν μπορούσε πλέον να προσδιορίζεται ως σοσιαλιστικό ή κομμουνιστικό. Ο γνήσιος σοσιαλισμός μπορούσε μόνο να επικρατήσει μέσα από μια από τα κάτω προς τα πάνω επαναστατική πάλη για τον άμεσο έλεγχο από την εργατική τάξη και τις καταπιεσμένες ομάδες (σοσιαλισμός από τα κάτω), όχι μέσω ενός γραφειοκρατικού, ρεφορμιστικού ή κοινοβουλευτικού δρόμου (σοσιαλισμός από τα πάνω/Σταλινισμός).


Η διαχωριστική γραμμή στην αριστερά βρίσκεται ανάμεσα σ' αυτούς που υποστηρίζουν το σοσιαλισμό από τα πάνω και σ' αυτούς που παλεύουν για το σοσιαλισμό από τα κάτω. Όμως, παρότι η πάλη για την αυτο-απελευθέρωση των εργατών αναδεικνύεται σε πλήθος άρθρων, το Κόντρα στο Ρεύμα τείνει στον ορισμό της "άκρας αριστεράς" σαν οτιδήποτε υπάρχει στα αριστερά του Εργατικού Κόμματος. Αυτό περιλαμβάνει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Μεγάλης Βρετανίας (CPGB), την Κόκκινη Δράση, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (SP), το SWP και άλλες αριστερές ομαδοποιήσεις και αναρχικές ομάδες. Αυτή η συνάθροιση της "άκρας αριστεράς" μπορεί για κάποιους να συνιστά μια ενδιαφέρουσα πολιτικο/κοινωνιολογική απεικόνιση. Από την άλλη όμως, μπορεί να οδηγήσει τον αναγνώστη σε απαισιόδοξα συμπεράσματα για την προοπτική της ενότητας της αριστεράς. Το βιβλίο υπογραμμίζει τις διαιρέσεις ανάμεσα στις ομάδες, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει τον κεντρικό ρόλο των επαναστατών στο να ανυψώνουν την αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης με τη δουλειά μέσα στα συνδικάτα και τα πλατιά κινήματα.

Το Κόντρα στο Ρεύμα τα καταφέρνει πολύ καλά στο να φωτίσει τις διαμάχες μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα μετά τα γεγονότα του 1956. Ο Πολ Μπλάκετζ μάς βοηθά να κατανοήσουμε τις συζητήσεις και τις αναζητήσεις της Νέας Αριστεράς, αυτών που αποχώρησαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα, αρνούμενοι και το Σταλινισμό και τη σοσιαλδημοκρατία του Εργατικού Κόμματος. Εξηγεί τη σχέση τους με την Καμπάνια για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό (CND) και τις προσπάθειες τους για επιστροφή στις ρίζες του Μαρξισμού, την ανάγκη για μια επανάσταση από τα κάτω, κάτω από την ηγεσία των εργατών. Αφήνει να εννοηθεί ότι το κύριο χαρακτηριστικό των Διεθνιστών Σοσιαλιστών, η ανάλυση της Σταλινικής Ρωσίας ως κρατικού καπιταλισμού και όχι ως σοσιαλισμού, ήταν ο καρπός των συζητήσεων της Νέας Αριστεράς.



Το άρθρο του Τζον Γκάλαχαν για τον Τροτσκισμό προσφέρει μια συναρπαστική ματιά στη ζωή το Τζωρτζ Όργουελ και την επιρροή του Λέον Τρότσκι στους Βρετανούς κομμουνιστές, αντιρεβιζιονιστές, Τεταρτοδιεθνιστές και στο Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Κι αυτός επίσης υπαινίσσεται ότι και ο ίδιος ο Όργουελ αντιλαμβάνονταν τη Σταλινική Ρωσία ως κρατικό καπιταλισμό.

Οι αναλύσεις των αναρχικών ομάδων της Θατσερικής περιόδου, του CPGB και των διαφόρων διασπάσεων του, και οι διαφορές μεταξύ SWP και SP προσφέρουν όλες μια εισαγωγή στην ιστορία των συζητήσεων εντός και μεταξύ αυτών των οργανώσεων. Ειδικότερα, το κεφάλαιο του Φιλ Μπάρτον Κάρτλετζ "Βαδίζουμε Χώρια, Μαζί Σπανίως" καταγράφει τις ιστορίες του SP και του SWP. Κι ενώ μας δίνει μια επισκόπηση των δύο οργανώεσων, ο Μπάρτον Κάρτλετζ φαίνεται να εστιάζει υπερβολικά στην εκλογική παρέμβαση των δύο κομμάτων. Αυτό το κεφάλαιο δεν τοποθετεί τις οργανώσεις μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της ταξικής πάλης, υποτιμώντας τη δουλειά τους στην υποστήριξη και την επιρροή τους στους εργατικούς αγώνες μέσα από την παρέβασή τους στους χώρους δουλειάς κι από το χτίσιμο ενιαίων μετώπων.

Κάποια άρθρα χρησιμοποιούν προφορικές αφηγήσεις ακτιβιστών που δίνουν μια εικόνα πολύ χρήσιμη της ιστορίας. Η αφήγηση της Σου Μπάρλεϊ για τα γυναικεία κινήματα αναφέρεται στην επίδραση της πορείας του TUC για το δικαίωμα στην έκτρωση στο κίνημα και την αριστερά συνολικά. Ο Γκρέιαμ Γουίλετ δίνει επίσης στοιχεία σχετικά με την κεντρικότητα των εργατικών διεκδικήσεων και τη μεταστροφή της αριστεράς στο θέμα της LGBT+ απελευθέρωσης. Αυτά τα άρθρα εξηγούν επίσης πώς ένα μεγάλο κομμάτι της αριστεράς κρατήθηκε πίσω από το γυναικείο κίνημα και τι αποκαλέστηκε τότε γκέι κίνημα. Ήταν μέσα από τη διαδικασία της ταξικής πάλης που το επιχείρημα ότι η απελευθέρωση είναι κεντρική για το σοσιαλισμό κερδήθηκε για ολόκληρα κομμάτια της αριστεράς.

Ο Ίαν Μπίρτσαλ δίνει μια κριτική ανάλυση της "θεωρίας των τριών κόσμων", που κυριαρχούσε σε μεγάλα κομμάτια της αριστεράς μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η "θεωρία των τριών κόσμων" ήταν μια τάση σε σχέση με το πώς βλέπει κανείς τα κινήματα στις "χώρες του Τρίτου κόσμου" και τους ηγέτες τους. Το Μάο στην Κίνα, το Νάσερ στην Αίγυπτο, το Γιόσιπ Τίτο στη Γιουγκοσλαβία. Ο Μπίρτσαλ εξηγεί ότι οι ιδέες της θεωρίας των τριών κόσμων αναπτύχθηκαν πιο χειροπιαστά από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η κεντρική ιδέα είναι ότι ο Τρίτος Κόσμος (ή οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες) χαρακτηριζόταν από μια μεγαλύτερη επαναστατική δυναμική, εξαιτίας του κοινού τους εχθρού -του Αμερικάνικου Ιμπεριαλισμού. Αυτές οι ιδέες ενθαρρύνθηκαν από τα πετυχημένα αντιαποκιοκρατικά κινήματα στην Αφρική και την Ινδία, την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα και την Κουβανική Επανάσταση. Οι υπέρμαχοι της θεωρίας των τριών κόσμων έτειναν να βλέπουν το ρόλο της Βρετανικής εργατικής τάξης στην πάλη της ενάντια στη δικιά της άρχουσα τάξη σαν δευτερεύοντα εν μέρει εξαιτίας της πλήρους απασχόλησης και της ανόδου του βιωτικού επιπέδου της κατά τη μεταπολεμική άνθηση. Ενώ οι δεκαετίες του '50 και του '60 γνώρισαν έντονες περιόδους εργατικής μαχητικότητας, υπήρχε μία έλλειψη "γενίκευσης".


Ο Μπίρτσαλ μετά μας εισάγει στη θεωρία της "διαθλασμένης διαρκούς επανάστασης", τη θεωρητική συμβολή του Τόνι Κλιφ και του Μάικ Κίντρον στη συζήτηση. Ο Κλιφ και ο Κίντρον κράτησαν την έννοια της "διαρκούς επανάστασης" του Τρότσκι (την ιδέα ότι πετυχημένες επαναστάσεις μπορούν να συμβούν σε πιο οικονομικά καθυστερημένες χώρες, αν και εφόσον η εργατική τάξη βρίσκεται στην ηγεσία τους). Ωστόσο, σημείωναν ότι οι επαναστάσεις σε χώρες όπως η Κούβα και η Κίνα ήταν "διαθλασμένες": το ρόλο που θα έπρεπε να παίζει η εργατική τάξη στον έλεγχο και τη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας, τον σφετερίστηκε, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, μία "επαναστατική διανόηση" από τα πάνω.

Ο Μπίρτσαλ συνεχίζει περιγράφοντας πώς τα γεγονότα του 1968: η επίθεση του Τετ στο Βιετνάμ, η Γαλλική γενική απεργία και η Ρώσικη επίθεση στην Τσεχοσλοβακία ριζοσπαστικοποίησε μια γενιά και κινητοποίησε την αριστερά. Η ομάδα του Κλιφ συγκεκριμένα επωφελήθηκε από την Καμπάνια Αλληλεγγύης στο Βιετνάμ (VSC) βοηθούμενη από την ξεκάθαρη ανάλυσή της για τα καθεστώτα του "Τρίτου Κόσμου" στην Κίνα, την Κούβα, την Αίγυπτο, και το Βιετνάμ ως κρατικοκαπιταλιστικά και όχι σοσιαλιστικά. Ο Μπίρτσαλ είναι επίσης ξεκάθαρος ότι η καμπάνια ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ και τα κινήματα της "θεωρίας των τριών κόσμων", δημιούργησαν μια βαθιά κατανόηση του διεθνισμού μεταξύ των τμημάτων της Βρετανικής εργατικής τάξης που παρείχε μια βάση για τα ακόμα μεγαλύτερα κινήματα διεθνιστικής αλληλεγγύης όπως το μποϊκοτάζ στο απαρντχάιντ της Νότιας Αφρικής και το συλλαλητήριο των 2.000.000 διαδηλωτών το 2003. Όπως συμπεραίνει ο Μπίρτσαλ η διαφορά ήταν ότι το 2003 σχεδόν κανείς από τα 2.000.000 που βάδισαν δεν ένιωθε συμπάθεια για το Σαντάμ Χουσεΐν. Με πολλούς τρόπους αυτό δείχνει πόσο μακριά η Βρετανική αριστερά και εργατική τάξη είχαν φτάσει.


Κάποια άρθρα του Κόντρα στο Ρεύμα πραγματεύονται το ρόλο της αριστεράς στην πάλη ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό. Ο Σάτναμ Βέρντι αφηγείται μαι συναρπαστική ιστορία για την απεργία του 1977 στο Γκρούνγουικ του βόρειου Λονδίνου, που αφορούσε κυρίως εργάτες από την Ασία. Η απεργία κέρδισε την αλληλεγγύη των συνδικάτων σε όλη τη χώρα και συνέδραμε στην αντιμετώπιση του ρατσισμού που υπήρχε στο εργατικό κίνημα. Άλλα άρθρα μοιράζονται ζωτικής σημασίας μαθήματα σε σχέση με την προσέγγιση του ενιαίου μετώπου που υιοθετήθηκε από την Αντιναζιστική Λίγκα (ANL) για το σταμάτημα του Εθνικού Μετώπου και του Βρετανικού Εθνικού Κόμματος με το Ροκ Ενάντια στο Ρατσισμό (RAR) να εμφανίζεται ως η κεντρική ενοποιητική δύναμη της αριστεράς. Η ιστορία του Μάρκ Χέιζ της Κόκκινης Δράσης και της Αντιφασιστικής Δράσης εξηγεί τη σεχταριστική τους στάση απέναντι στην υπόλοιπη αριστερά και την προσέγγιση της σύγκρουσης συμμοριών με τους φασίστες.

Το άρθρο του Ντέιβιντ Ρέντον για την πάλη ενάντια στο φασισμό στη Βρετανία 1992-2012 εξετάζει τις δραστηριότητες της ANL, της Αντιφασιστικής Δράσης, της Ελπίδα Όχι Μίσος, Ενωθείτε Ενάντια στο Φασισμό (UAF), RAR και Αγαπήστε τη Μουσική Μισήστε το Ρατσισμό.Ο Ρέντον περιγράφει τη σχέση μεταξύ των αντιφασιστικών οργανώσεων κάτω απ' τη νέα Εργατική Κυβέρνηση και τους φόβους πολλών έμπειρων ακτιβιστών πως η νίκη των Εργατικών το 1997 θα μπορούσε να δώσει αυτοπεποίθηση στο ναζιστικό BNP. Αυτό πράγματι εκφράστηκε με μια αύξηση των μελών του BNP, αλλά όχι με εκλογική επιτυχία. Ο Ρέντον περιγράφει την επιτυχία της ANL (υπό την ηγεσία της Τζούλι Γουότερσον) στο να κινητοποιεί χιλιάδες αντιφασίστες στα τέλη της δεκαετίας του 1990, με αποκορύφωμα τους 50.000 διαδηλωτές ενάντια στο Εθνικό Μέτωπο στο Στρασβούργο.

Το UAF συγκροτήθηκε το 2003 σαν συνεργασία της ANL, της Εθνικής Συνέλευσης Ενάντια στο Ρατσισμό και άλλων. Ο Ρέντον εξερευνά τους διαχωρισμούς ανάμεσα στο UAF και το Ελπίδα Όχι Μίσος και τη βασική διαφωνία στο ζήτημα της κατανόησης της ανόδου της Ισλαμοφοβίας και την ανάγκη της αντιμετώπισης του BNP και του Αγγλικού Συνδέσμου Άμυνας (EDL) στο δρόμο. Ο Ρέντον εξετάζει την εκλογική επιτυχία του BNP στις Ευρωεκλογές του 2009 στα ΒΔ και τη μεγάλη συμμετοχή στις συγκεντρώσεις του EDL. Σκιαγραφεί μια εικόνα που δείχνει πώς η συνεπής εκλογική δουλειά του UAF κι άλλων αντιφασιστικών οργανώσεων σε περιοχές-κλειδιά όπως το Μπάργκινγκ και το Ντάγκενχαμ και οι αντιφασιστικές κινητοποιήσεις στο δρόμο ενάντια στο EDL σε εκατοντάδες πόλεις σε όλη τη χώρα έδωσαν τελικά τη νίκη.

Παρ' όλα αυτά δεν περιγράφει πώς κερδήθηκε η μάχη. Μέσα απ' τη συνεπή εφαρμογή της τακτικής του ενιαίου μετώπου για να τραβήξεις κόσμο απ' τα τζαμιά της περιοχής, τα συνδικάτα και άλλες δυνάμεις στη δράση δίπλα στους επαναστάτες, σιγουρεύοντας ότι όσο περισσότεροι άνθρωποι γίνεται θα βγουν να σταματήσουν το EDL.


Το Κόντρα στο Ρεύμα αποκαλύπτει την ιστορία των ακτιβιστών, των δράσεων, των διαφωνιών της μετά το '56 εποχής που μπορεί αλλιώτικα να παρέμενε άγνωστη. Όμως, είναι σημαντικό αυτό το βιβλίο να διαβάζεται με σκεπτικισμό. Για τους επαναστάτες, η πάλη της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων είναι πάντα η αφετηρία. Η ιστορία της αριστεράς χρησιμεύει μόνο ιδωμένη υπό το πρίσμα της ευρύτερης ταξικής πάλης: σαν τρόπος κατανόησης του πώς οι επαναστάτες και οι άλλες αριστερές ομάδες έχουν παρέμβει στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν και (καλώς εχόντων των πραγμάτων) να προωθήσουν την πάλη. Δυστυχώς, το Κόντρα στο Ρεύμα δεν καταφέρνει να το κάνει πάντα αυτό με επιτυχία, καθώς έχει μια τάση προς την εσωστρέφεια. Ακόμα κι έτσι όμως, οι αφηγήσεις και οι αναλύσεις που παρέχει προσφέρουν εικόνες, που αν διαβαστούν προσεχτικά, μπορούν να βοηθήσουν στην πληροφόρηση των επαναστατών σήμερα.

Σχόλια