H E.E. 50 χρόνια μετά την υπογραφή της συνθήκης της Pώμης




Τα πεντηκοστά γενέθλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που γιόρτασαν με τόση μεγαλοπρέπεια οι ηγέτες των 27 κρατών-μελών στο Βερολίνο στις 25 Μάρτη, άφησαν τα εκατομμύρια των κατοίκων της Ευρώπης παγερά αδιάφορους. 

Και πώς να μην τους αφήσουν; Τα “ευρωπαϊκά ιδεώδη”, το “ευρωπαϊκό πνεύμα”, οι “ευρωπαϊκές αξίες” -τα κλισέ που κυριάρχησαν στην επίσημη γιορτή στο Βερολίνο- δεν ακούγονται στα αυτιά τους απλά και μόνο σαν κούφιες λέξεις: για την συντριπτική πλειοψηφία -τους νέους που δυσκολεύονται να βρούνε μια δουλειά, τους εργάτες που παλεύουν να διασώσουν τα δικαιώματα που με τόσους αγώνες κατέκτησαν οι προηγούμενες γενιές, τους αρρώστους που βλέπουν την υγεία να γίνεται απλησίαστο όνειρο, τους ηλικιωμένους που βλέπουν τα όρια συνταξιοδότησης να απογειώνονται, τις γυναίκες που εξακολουθούν να αμείβονται 15% λιγότερο από τους άντρες συναδέλφους τους, τους μαύρους, τους τσιγγάνους, τους μετανάστες που βρίσκονται συνεχώς στο στόχαστρο του νόμου και της αστυνομίας-  οι αναφορές σε “αξίες” και “ιδεώδη” είναι μια σκέτη πρόκληση.


Ειρήνη

Η επίσημη ιστορία είναι γεμάτη μύθους για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ξεκινάει, υποτίθεται, από τις καταστροφικές εμπειρίες των δύο Παγκοσμίων Πολέμων -που αποδεκάτισαν τους πληθυσμούς της Ευρώπης και μετέτρεψαν χιλιάδες πόλεις και χωριά σε ερείπια- και την επιθυμία να επικρατήσει επιτέλους η ειρήνη στην “γηραιά ήπειρο”. Σύμφωνα με τα βιβλία της ιστορίας, εμπνευστής της ενωμένης Ευρώπης είναι,  ο ίδιος ο Ουίνστον Τσόρτσιλ που, συγκλονισμένος, υποτίθεται, από την αιματοχυσία, πρότεινε τον Σεπτέμβρη του 1946 τη δημιουργία των “Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης”. Το πόσο συγκλονισμένος μπορεί να ήταν κάποιος σαν τον Τσόρτσιλ -που είχε ξεκινήσει την καριέρα του εκθειάζοντας στις σφαγές των Σουδανών από τα βρετανικά πολυβόλα στο Ομντουρμάν παραμένει άγνωστο. Δεν ισχύει όμως καθόλου το ίδιο για τη σχέση της ίδιας της “ενωμένης Ευρώπης” με την ειρήνη.

Είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη δεν έζησε, με εξαίρεση την κρίση της Γιουγκοσλαβίας, μετά το 1945 ξανά κανέναν μεγάλο πόλεμο στο έδαφός της. Αυτό το γεγονός, όμως, δεν έχει καμιά σχέση ούτε με το “όραμα” του Τσόρτσιλ ούτε με την Ευρωπαϊκή ενοποίηση. Οι ΗΠΑ έχουν πάνω από έναν αιώνα να δουν πόλεμο στο έδαφός τους. Δύσκολα, όμως, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι είναι “δύναμη ειρήνης”. 

Αυτό που κυριαρχούσε στην Ευρώπη από το 1945 μέχρι το 1990 δεν ήταν η ειρήνη αλλά ο “Ψυχρός Πόλεμος”. Ο κόσμος είχε διαιρεθεί, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε δύο αντίπαλα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα -ένα ανατολικό με κέντρο την Ρωσία και ένα δυτικό με κέντρο τις ΗΠΑ- που απειλούσαν συνεχώς το ένα το άλλο. Οι χώρες της ΕΟΚ -του προάγγελου της ΕΕ που δημιουργήθηκε το 1957 με βάση την συμφωνία της Ρώμης- συμμετείχαν ενεργά σε αυτόν τον αγώνα δρόμου. 

Η Γαλλία -που μαζί με την Γερμανία αποτελούσαν πάντα τον κεντρικό πυρήνα της ΕΟΚ και της ΕΕ- είναι μια από τις 5 “επίσημες” πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη. Η πρώτη της πυρηνική δοκιμή έγινε το 1960. Η απόφαση πάρθηκε από τον στρατηγό Ντε Γκολ, τον τότε πρόεδρο της Γαλλίας σε μια  σύνοδο του Συμβουλίου Άμυνας στις 17 Ιούνη του 1958 -ένα μόλις χρόνο μετά την υπογραφή της “ιστορικής” συνθήκης της Ρώμης δηλαδή. Μέχρι το 1992, η Γαλλία είχε κάνει 192 πυρηνικές δοκιμές -οι περισσότερες στις γαλλικές κτήσεις στην έρημο της Σαχάρας και στις ατόλες της Μουρουόρα και της Φανγκαταούφα της γαλλικής Πολυνησίας. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η Γαλλία σταμάτησε τις πυρηνικές δοκιμές και ανακοίνωσε την εγκατάλειψη μιας σειράς σχεδίων για ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Όχι για πολύ όμως: το 1995 ο πρόεδρος Σιράκ, αναβίωσε το πρόγραμμα με μια σειρά νέων πυρηνικών δοκιμών στις ατόλες της Πολυνησίας. Σήμερα η “φιλειρηνική” Γαλλία είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που συνεχίζει να διαθέτει αεροπλανοφόρο φορτωμένο με πυρηνικά όπλα -που καθόλου τυχαία ονομάζεται Σαρλ Ντε Γκολ. 

Η Γερμανία, που είχε βγει ηττημένη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν είχε το δικαίωμα από τις διεθνείς συμβάσεις να εξοπλιστεί. Αυτό δεν εμπόδισε την Δυτική Γερμανία, όμως, να υπογράψει το 1979 συμφωνία με την αμερικανική κυβέρνηση για την εγκατάσταση πυρηνικών πυραύλων στο έδαφός της -μια συμφωνία που προκάλεσε μια τεράστια έκρηξη του αντιπολεμικού κινήματος την δεκαετία του 1980. Μετά την κατάρρευση της Ανατολής και την επανένωση η (ενιαία πλέον) Γερμανία κατάργησε τα άρθρα του Συντάγματος που απαγόρευαν την αποστολή στρατευμάτων στο εξωτερικό. Σήμερα συμμετέχει, μαζί με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην “ειρηνευτική” νατοϊκή δύναμη κατοχής του Αφγανιστάν. Το 2003 η κυβέρνηση του Γκέρχαρντ Σρέντερ έδωσε άδεια στην αμερικανική αεροπορία να χρησιμοποιήσει τον γερμανικό εναέριο χώρο για τις επιθέσεις ενάντια στο Ιράκ.

Η Βρετανία, που μπήκε στην ΕΟΚ το 1972, ανήκει και αυτή στις 5 “επίσημες” πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη.  Το πυρηνικό της πρόγραμμα περιλαμβάνει 4 υποβρύχια εξοπλισμένα με βαλλιστικούς πυραύλους “Τρίντεντ”. Η Βρετανία παραμένει, από την αρχή του Ψυχρού Πολέμου μέχρι σήμερα, ο πιο πιστός σύμμαχός των ΗΠΑ σε όλες τις πολεμικές τους εξορμήσεις. Χιλιάδες βρετανοί στρατιώτες βρίσκονται σήμερα στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Πριν από λίγους μήνες ξέσπασε θύελλα στην βρετανική κυβέρνηση -με παραιτήσεις στελεχών- όταν ο Μπλέρ ανακοίνωσε τα σχέδιά του να εκσυγχρονίσει το πυρηνικό οπλοστάσιο με την αντικατάσταση των πυραύλων Τράϊντεντ με νεότερους. 

Αλλά δεν είναι μόνο οι “πυλώνες” της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πρωτοστατούν στις πολεμικές αντιπαραθέσεις. Η Τσεχία και η Πολωνία, δύο από τα νέα μέλη της ΕΕ που ανήκαν μέχρι το 1991 στο σοβιετικό μπλοκ, ετοιμάζονται τώρα να υποδεχτούν στο έδαφός τους τους νέους πυρηνικούς αμερικανικούς πυραύλους -μια νέα  απειλή ενάντια στην Ρωσία. 

Ούτε χρειάζεται να πάμε τόσο μακριά. Η χώρα μας βρίσκεται εδώ και δεκαετίες σε μια μόνιμη ψυχροπολεμική αντιπαράθεση με την γειτονική Τουρκία. Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ (το 1981), στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον σκληρό της πυρήνα, την Ευρωζώνη το 2002, δεν σταμάτησε αυτή την αντιπαράθεση. H λεγόμενη “Eυρωπαϊκή οικογένεια” ποτέ δεν έχει εμποδίσει τους καυγάδες των μελών της. Aντίθετα, τους συντηρεί και τους αξιοποιεί. 

Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι δύναμη ειρήνης. Οι χώρες της ΕΕ έχουν πάρει μέρος σε όλες σχεδόν τις πολεμικές επιχειρήσεις της “διεθνούς κοινότητας” ενάντια στις χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Ασίας που έχουν ξεσπάσει τα τελευταία χρόνια. Ούτε δύναμη “αφοπλισμού” είναι. Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες έχουν μειωθεί (σαν ποσοστό του ΑΕΠ) πάνω από 50% μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στις ΗΠΑ, όμως, έχουν μειωθεί μόνο στο μισό -κατά 23%. Και στην “φιλειρηνική” Ευρώπη κατά 31%. Η “ενωμένη” Ευρώπη παραμένει μαζί με τις ΗΠΑ, την Ρωσία και την Κίνα το οπλοστάσιο του πλανήτη.


Ανάπτυξη και ευημερία

Ο δεύτερος μεγάλος μύθος για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μύθος της οικονομικής ευημερίας. Είναι ένα μύθος που μοιάζει από πρώτη ματιά να έχει βάση: το βιοτικό επίπεδο στις  χώρες της ΕΕ -και ιδιαίτερα στις χώρες του “σκληρού πυρήνα”, της Ευρωζώνης- είναι ασύγκριτα καλύτερο από τις περισσότερες περιοχές του πλανήτη. Αυτή η ευημερία, όμως, δεν έχει καμιά σχέση με την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πραγματικότητα ακριβώς το αντίθετο ισχύει: μια από τις βασικές επιδιώξεις των εμπνευστών της ΕΕ είναι να βάλουν χέρι σε αυτό το βιοτικό επίπεδο -μειώνοντας τους μισθούς, τις συντάξεις, τις παροχές του κοινωνικού κράτους και τα επιδόματα μεταγγίζοντας τους πόρους αυτούς στα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων.

Η πραγματική ιστορία της ΕΟΚ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ξεκίνησε ούτε από τον Τσόρτσιλ ούτε από την επιθυμία για μόνιμη ειρήνη. Ξεκίνησε από τις μεγάλες βιομηχανίες της Γερμανίας και της Γαλλίας που έψαχναν από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 κιόλας διέξοδο από τα στενά όρια που τους έβαζαν οι εθνικές τους αγορές. Ο πραγματικός προάγγελος της ΕΕ ήταν η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) που δημιουργήθηκε με την Συνθήκη του Παρισιού το 1951.  Το 1957 οι έξι χώρες της ΕΚΑΧ (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ολλανδία) αποφάσισαν να επεκτείνουν αυτό το πάντρεμα των αγορών τους και σε άλλα προϊόντα. Έτσι γεννήθηκε η ΕΟΚ, η οποία επεκτάθηκε μέσα στα επόμενα χρόνια στην Βρετανία και τις υπόλοιπες χώρες της δυτικής Ευρώπης.

Το 1992 η ΕΟΚ έδωσε την θέση της, με την συνθήκη του Μάαστριχτ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. “Η συμμετοχή”, έγραφε η διακήρυξη της Κοπεγχάγης (1993) που καθόριζε τα κριτήρια με τα οποία θα κρίνονταν οι  χώρες που θα έκαναν αίτηση να ενταχθούν στην νέα ένωση, “απαιτεί οι υποψήφιες χώρες να έχουν επιτύχει μια σταθερότητα στους θεσμούς που θα εγγυάται την ... ύπαρξη μιας εν λειτουργία οικονομίας της αγοράς όπως και την ικανότητα να αντεπεξέλθει στις πιέσεις της αγοράς μέσα στην Ένωση”. Ο θεμέλιος λίθος, με άλλα λόγια, της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν η προσκόλληση στις αρχές της “ελεύθερης αγοράς” και του νεοφιλελευθερισμού.  Τα ίδια τα κριτήρια  -ένα κείμενο 80.000 σελίδων σήμερα!- θυμίζουν πολύ περισσότερο τα διαβόητα προγράμματα “δομικής προσαρμογής” που επέβαλλε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στις φτωχές και καταχρεωμένες χώρες του Γ’ Κόσμου παρά ένα χάρτη επιτευγμάτων των πιο αρχαίων, αναπτυγμένων και πλούσιων βιομηχανικών χωρών του πλανήτη. 

Το πιο χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της παράνοιας της αγοράς και του νεοφιλελευθερισμού είναι τα “κριτήρια σύγκλισης” που έχει θέσει η ΕΕ για να γίνει μια χώρα μέλος του στενού πυρήνα της Ευρωζώνης: ο πληθωρισμός, τα δημόσια ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, τα επιτόκια πρέπει να βρίσκονται μέσα σε στενά προκαθορισμένα όρια, που μπορούν να επιτευχθούν μόνο με έναν τρόπο: με την άγρια περικοπή των κοινωνικών δαπανών, την ιδιωτικοποίηση της υγείας, της παιδείας, των συγκοινωνιών, των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, του νερού, των λιμανιών, των ακτών και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς και την παράδοση ολόκληρης της οικονομίας -από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις μέχρι τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων στην “μοντέρνα οικονομία” της κερδοσκοπίας του χρηματιστήριου και των “δομημένων” παραγώγων.

Στο Βερολίνο οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κόμπαζαν για τα υποτιθέμενα οικονομικά τους επιτεύγματα. Και προσπαθούν να πείσουν τους “πολίτες” της ΕΕ -τους εργάτες, τους συνταξιούχους, τους φοιτητές, τους αγρότες, τους άνεργους- να επενδύσουν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον σε αυτή την ανάπτυξη.

Οι νεοφιλελεύθερες συνταγές της ΕΕ έχουν φουσκώσει πράγματι τα κέρδη των μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Αλλά πέρα από αυτό δεν έχουν καταφέρει να πετύχουν κανέναν από τους “υψηλούς” τους στόχους. Οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση παραμένουν στα 15 χρόνια που έχουν περάσει από την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ χαμηλοί -ακόμα και στην ίδια την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας το κατα κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) του πλανήτη αυξήθηκε μέσα στην δεκαπενταετία 1990-2005 κατά 35%. Οι πρωταθλητές αυτής της αύξησης ήταν οι αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας -στην Κίνα η αύξηση ήταν 268%. Οι χώρες της Ευρωζώνης, όμως, βρίσκονται με ένα 26% στον πάτο αυτής της λίστας, κάτω όχι μόνο από την Νότια Κορέα και το Βιετνάμ αλλά και από τις ΗΠΑ. Από τις αναπτυγμένες χώρες μόνο η Ιαπωνία -που από το 1990 είναι συνεχώς σε κρίση- βρίσκεται πιο κάτω.

Και αυτή η περιορισμένη αύξηση, όμως, δεν έχει μοιραστεί καθόλου ίσα ανάμεσα στους “κοινωνικούς εταίρους”. Η Ευρώπη εξακολουθεί να κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στην παγκόσμια ανεργία. Και η ζωή γίνεται για τους απλούς ανθρώπους ολοένα και πιο δύσκολη αφού οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες και οι ιδιωτικοποιήσεις σημαίνουν ότι θα πρέπει να πληρώνουν οι ίδιοι όλο και περισσότερα για την υγεία ή την παιδεία.

Την ίδια ώρα που οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τσούγκριζαν τα ποτήρια τους στο Βερολίνο συγχαίροντας ο ένας τον άλλον για τα επιτεύτγματά τους και βγάζοντας δεκάρικους για την Ευρώπη της αλληλεγγύης και της ευημερίας, σε μια διπλανή αίθουσα ο Γιούργκεν Σταρκ, παλιός αντιπρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας Bundesbank και νυν στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) απαιτούσε, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον ακόμα πιο δραστικό περιορισμό των δημοσιών δαπανών στα επίπεδα του 30%-35% (από το 47% που είναι σήμερα!). Πώς; Μα φυσικά με την περικοπή των κονδυλίων για την παιδεία και την υγεία. “Οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις”, είπε, “πρέπει να διαλέξουν αν θέλουν να γίνουν οι οικονομικοί δεινόσαυροι ή τα θηλαστικά του αύριο”. “Αν δεν καταφέρουν να μειώσουν τις δαπάνες σε αυτά τα επίπεδα δεν θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν “λογικά χαμηλή φορολογία (για τις επιχειρήσεις και τους πλούσιους εννοείται) που θα μας επιτρέψει να παρεμείνουμε ανταγωνιστικοί σε παγκόσμια κλίμακα”.


Δημοκρατία

Ο τρίτος μεγάλος μύθος που περιβάλει την ΕΕ είναι ο μύθος της δημοκρατίας. Η ίδια η ΕΕ, όμως, διοικείται από μια επιτροπή -την Κομμισιόν, που δεν έχει εκλεγεί ποτέ από κανέναν. Οι “επίτροποι” απλά διορίζονται από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών. 

Η ΕΕ διαθέτει, βέβαια, ένα εκλεγμένο με καθολική ψηφοφορία Ευρωκοινοβούλιο. Ο ρόλος του, όμως, είναι αυστηρά συμβουλευτικός: η Κομισιόν και οι εθνικές κυβερνήσεις δεν έχουν καμιά υποχρέωση να εφαρμόσουν τις αποφάσεις του, ακόμα και αν παρθούν με απόλυτη πλιεοψηφία.

Αλλά και για την ίδια την γνώμη των “πολιτών” της ελάχιστα ενδιαφέρονται οι ηγέτες της ΕΕ. Το 1992 η Δανοί απέριψαν με δημοψήφισμα την συνθήκη του Μαάστριχτ. Η ΕΕ παρέκαμψε τον σκόπελο με μια “ειδική συνθήκη” που υποτίθεται ότι εξαιρεί την Δανία από ορισμένες υποχρεώσεις. Το 2000 οι Δανοί ξανά είπαν ξεκάθαρα ΟΧΙ στο Ευρώ. Η κυβέρνηση της Δανίας, τυπικά το αποδέχτηκε. Η κορώνα, το νόμισμα της Δανίας όμως συνδέθηκε με σταθερή ισοτιμία με το Ευρώ και η κυβέρνηση καραδοκεί για να ξαναβάλει το ζήτημα με ένα νέο δημοψήφισμα.

Το 2001 η Ιρλανδία απέρριψε την “Συνθήκη της Νίκαιας” για την διεύρυνση της ΕΕ -φοβούμενη ότι η συνθήκη αυτή θα την ανάγκαζε να συμμετάσχει στον νέο ευρωπαϊκό Στρατό Ταχείας Επέμβασης. Η κυβέρνηση του Μπέρνι Αχερν ξεπέρασε το πρόβλημα με ένα δεύτερο δημοψήφισμα -που κατάφερε να κερδίσει ύστερα από μια φοβερή καμπάνια.
Το 2003 ήρθε η σειρά των Σουηδών να πούνε οχι στο Ευρώ. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει -αλλά δεν κρύβει τα σχεδιά της να προχωρήσει στην ένταξη με ή χωρίς δημοψήφισμα μέσα στην επόμενη πενταετία.

Ύστερα ήρθε η απόρριψη του Ευρωσυντάγματος από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς τον Μάη και τον Ιούνη του 2005. Η απόρριψη ήταν ένα άγριο χτύπημα για την ΕΕ. Το Ευρωσύνταγμα είχε σαν στόχο από την μια να αναγάγει τον νεοφιλελευθερισμό σε ανώτατο νόμο σε όλη την Ευρώπη και από την άλλη να επιβάλλει κάποιους κανόνες που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στην διευρυμένη ΕΕ των 27 κρατών να παίρνει πιο εύκολα αποφάσεις. Το μεγαλύτερο πλήγμα, όμως, ήταν στο ηθικό της Ένωσης. Το OXI μεταφράστηκε -καθόλου άδικα- σαν ένα όχι σε όλο το νεοφιλελεύθερο κατασκεύασμά τους.

Στο Βερολίνο η Ανγκελα Μέρκελ, η δεξιά καγκελάριος της Γερμανίας, την ίδια ώρα που εκθείαζε την “ευρωπαϊκή δημοκρατία”, ξεκινούσε μια προκλητική προσπάθεια αναβίωσης του Ευρωσυντάγματος . Η “διακήρυξη του Βερολίνου” που ξεκινάει με την φράση “εμείς οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης” κλείνει με την “υπόσχεση” μια νέας συνθήκης μέσα στο 2007. Αν ο λαός ψηφίσει λάθος,  δεν έχουμε παρά  να εκλέξουμε έναν άλλο λαό, όπως έλεγε κάποτε και ο Μπέρτολτ Μπρεχτ...

Η πιο μεγάλη πρόκληση, όμως, είναι ο μύθος για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ΕΕ είναι ένας τερατώδης ρατσιστικός οργανισμός, υπεύθυνος για τον θάνατο χιλιάδων μεταναστών -πνιγμένων στα ανοιχτά της Σικελίας, διαμελισμένων στα ναρκοπέδια του Εβρου ή κλεισμένων σε μυστικά κοντέινερ στα λιμάνια της Αγγλίας. Και επειδή οι δυνάμεις των μεμονωμένων κρατών δεν φτάνουν για να καταδιώξουναποτελεσματικά “λαθρο”με-τανάστες, η ΕΕ έχει δημιουργήσει πρόσφατα ένα νέο στρατιωτικό σώμα -την Frontex- με αποστολή την “διαφύλαξη” των συνόρων της.

Το 2003, την χρονιά που άρχισε ο πόλεμος στο Ιράκ και οι ηγέτες της ΕΕ, που ανησυχούσαν για τις στρατιές των “εισβολέων” που θα έφταναν στα σύνορά τους, οι κυβερνήσεις της Ευρώπης αρχισαν να επεξεργάζονται ένα νέο σχέδιο: την δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης των προσφύγων έξω από τα σύνορα της Ευρώπης -στην Λιβύη,  το Μαρόκο ή την Τυνησία. Το πρώτο στρατόπεδο “υποδοχής προσφύγων ” -όπως τους αρέσει τα το ονομάζουν- χτίστηκε στην Λιβύη με χρήματα της ΕΕ. Μια ειδική συμφωνία ανάμεσα στην Τρίπολη και τις Βρυξέλες προβλέπει την “επαναπροώθηση” των μεταναστών που φτάνουν στην Ευρώπη από τη Λιβύη -η οποία αναλαμβάνει, με ευρωπαϊκά χρήματα να τους στείλει πίσω στις χώρες τους ή  να τους κλείσει σε στρατόπεδα.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει καμιά σχέση ούτε με την δημοκρατία, ούτε με την ευημερία, ούτε με την ειρήνη, ούτε με το ξεπέρασμα των συνόρων και την καταπολέμηση του εθνικισμού και των παραγώγων του.

Το όραμά μας είναι ένας κόσμος χωρίς διακρίσεις -χωρίς σύνορα, χωρίς προνόμια για τους λίγους, χωρίς βόμβες και στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους “ξένους”. Αντί για αυτό οι ηγέτες της ΕΕ μας προσφέρουν την ανεργία και τον αδυσώπητο ανταγωνισμό της  αγοράς, τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, τον πόλεμο και τα πυρηνικά, τον ρατσισμό και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και προσπαθούν να μας παρουσιάσουν αυτή την κόλαση σαν την μόνη ρεαλιστική εκδοχή μια δίκαιης κοινωνίας. Η απάντησή μας δεν μπορεί να είναι παρά μόνο μία: Όχι, ευχαριστώ!



Σχόλια