Το Ισλάμ και η Ισλαμοφοβία (Μέρος 1ο)


Θρησκεία και Ισλάμ

«Η κάθε θρησκεία δεν είναι παρά η αντανάκλαση στα μυαλά των ανθρώπων εκείνων των εξωτερικών δυνάμεων που ελέγχουν την καθημερινή τους ζωή».
Φρίντριχ Ένγκελς


Το κίνητρο για την ανάπτυξη της θρησκευτικής σκέψης υπήρξε αρχικά ο σχετικά ελλιπής έλεγχος του ανθρώπου πάνω στη φύση, και μετέπειτα, η καταπιεσμένη κατάσταση της εκμεταλλευόμενης πλειοψηφίας. Στην ιστορία των ταξικών κοινωνίων η θρησκεία έπαιξε πάντα ένα ρόλο αντιφατικό: από τη μία, σαν ιδεολογικός μηχανισμός της κυρίαρχης τάξης κι από την άλλη σαν ιδεολογία των καταπιεσμένων. Η κυρίαρχη θρησκεία σε οποιαδήποτε κοινωνία δεν διαμορφώνει αυτόματα την κοινωνική πραγματικότητα. Αντίθετα, η ίδια η ιδεολογία της διαμορφώνεται ξανά και ξανά από υλικούς παράγοντες. Προσαρμόζεται συνεχώς στους νέους ιστορικούς μετασχηματισμούς αλλάζοντας τις ιδέες και τις πρακτικές της.

Απ’ αυτή την άποψη το Ισλάμ δεν διαφέρει καθόλου απ’ τις άλλες θρησκείες. Αναπτύχθηκε σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο, μεταξύ των κοινοτήτων των Αραβικών πόλεων του 7ου αιώνα, στην καρδιά μιας κοινωνίας κυρίαρχα οργανωμένης σε φυλετική βάση. Άνθησε κατά τη διαδοχή μεγάλων αυτοκρατοριών που διαμορφώθηκαν από κάποιους απ’ αυτούς που αποδεχόταν αυτό το δόγμα. Επιβιώνει σήμερα σαν επίσημη ιδεολογία ενός πλήθους καπιταλιστικών κρατών (Σαουδική Αραβία, Σουδάν, Πακιστάν, Ιράν, κλπ), καθώς και σαν έμπνευση πολλών αντιπολιτευτικών κινημάτων.

Κατάφερε να επιβιώσει σε τόσο διαφορετικές κοινωνίες γιατί κατάφερε να προσαρμοστεί στα πιο διαφορετικά ταξικά συμφέροντα. Έλαβε χρηματοδότηση για να χτίζει τους ναούς του και να πληρώνει τους ιερείς του διαδοχικά από Άραβες πραγματευτές, γραφειοκράτες, γαιοκτήμονες και εμπόρους των δυτικών αυτοκρατοριών, βιομηχάνους του σύγχρονου καπιταλισμού. Αλλά την ίδια στιγμή κέρδισε την αφοσίωση των μαζών περνώντας ένα μήνυμα που πρόσφερε μια παρηγοριά στους φτωχούς και τους καταπιεσμένους. Σε κάθε σημείο το μήνυμά του ισορροπούσε μεταξύ μιας υπόσχεσης κάποιας μορφής ανακούφισης για τους καταπιεσμένους και της παροχής στις εκμεταλλεύτριες τάξεις της προστασίας ενάντια σε κάθε επαναστατική ανατροπή.

Είναι αληθές ότι η εξάπλωση του Ισλάμ έγινε με πόλεμο. Στις δύο δεκαετίες μετά το θάνατο του Προφήτη το 632μΧ, τα Μουσουλμανικά στρατεύματα κατέβαλαν τις δύο μεγάλες γειτονικές αυτοκρατορίες, τη Βυζαντινή και την Πέρσικη (των Σασσανιδών). Κατέκτησαν μεγάλα τμήματα των εδαφών τους, και εγκαθίδρυσαν την Ισλαμική αυτοκρατορία. Λόγω των συνεχών πολέμων μεταξύ των δύο μεγάλων αυτοκρατοριών όλο τον προηγούμενο αιώνα, οι λαοί τους δεν ήθελαν πλέον να πολεμήσουν. Στα χωριά οι άνθρωποι καλωσόρισαν τα Μουσουλμανικά στρατεύματα. Όταν πήραν την εξουσία, σε αντίθεση με τους Χριστιανούς Ορθόδοξους ομολόγους τους που κατεδιώκαν τους αιρετικούς και κυβερνούσαν με το φόβο, την απειλή και την τρομοκρατία, οι Μουσουλμάνοι εισβολείς έδωσαν στους ανθρώπους την επιλογή να ασπαστούν το Ισλάμ ή να πληρώνουν φόρους.

Κατά τη διάρκεια της Πρώτης Σταυροφορίας του 1099, οι σταυροφόροι αφού πήραν τον έλεγχο της Ιερουσαλήμ άρχισαν να σφάζουν αδιακρίτως, ξεκληρίζοντας σχεδόν όλο το Μουσουλμανικό πληθυσμό, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Οι Εβραίοι που πολέμησαν στο πλευρό των Μουσουλμάνων υπερασπιζόμενοι την πόλη καήκαν όλοι ζωντανοί μέσ’ στη συναγωγή, όπου είχαν βρει καταφύγιο. Αντίθετα, όταν ο Σουλτάνος της Αιγύπτου, Σαλαντίν, κατάφερε να πάρει πίσω την Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους, απαγορεύτηκε κάθε πράξη εκδίκησης και βίας εναντίον τους, οι εκκλησίες έμειναν άθικτες και οι Εβραίοι έλαβαν κρατική επιχορήγηση για να ξαναχτίσουν τη συναγωγή τους.

Πολιτισμός και Αποικιοκρατία

Όταν το 16ο αιώνα η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Βρετανία, η Γαλλία και άλλα αποικιοκρατικά κράτη ξεκίνησαν την αποικιακή τους επέκταση, ανέπτυξαν ιδεολογίες για να δικαιολογήσουν τις κατακτήσεις τους. Η σφαγή και εκμετάλλευση των Ινδιάνων του Νέου Κόσμου συνοδεύτηκε από «επιχειρήματα» περί αγρίων και ειδωλολατρών που ήταν «θέλημα Θεού» να υποδουλωθούν στους Χριστιανούς. Η υποδούλωση των Αφρικανών βρήκε επίσης τη «δικαίωσή» της στη Βίβλο, σύμφωνα με την οποία κουβαλούσαν την κατάρα του Χαμ ή του Χαναάν, και το μαύρο χρώμα του δέρματός τους δεν ήταν άλλο από σημάδι αυτής της κατάρας. «Λογική συνέπεια» αυτής της «θεωρίας» ήταν ότι τίποτα δεν εμπόδιζε αυτούς τους «τυχερούς» ανθρώπους να είναι ταυτόχρονα και Χριστιανοί και σκλάβοι.

Η στροφή από τις θρησκευτικές στις «επιστημονικές» δικαιολογίες έλαβε χώρα το 18ο αιώνα στο πλαίσιο του Διαφωτισμού και της ανάπτυξης των επιστημών. Εθνολόγοι όπως ο Κάρολος Λινναίος και ο Γιόχαν Φρίντριχ Μπλούμενμπαχ χώρισαν τα ανθρώπινα όντα σε διάφορες φυλές με διακριτά χαρακτηριστικά και -ω, του θαύματος!- το δάχτυλο της επιστήμης έδειχνε σταθερά και αταλάντευτα προς την κατεύθυνση της «φυλετικής ανωτερότητας» των λευκών Ευρωπαίων, σε βάρος των «άσχημων» και «σχεδόν απολίτιστων» λοιπών σκουρόχρωμων λαών.

Η συνάντηση των αποικιοκρατών με τους λαούς της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής γέννησε παρόμοιες ανάγκες. Ο Ναπολέων εισέβαλε στην Αίγυπτο το 1798 με μια στρατιά επιστημόνων (βοτανολόγων, βιολόγων, αρχιτεκτόνων, κλπ), που σκοπό είχε να κάνει «χρήσιμη» τη χώρα για τους Γάλλους και όχι φυσικά για τους Αιγύπτιους. Οι αποικιοκράτες ανέθεσαν σε λόγιους τη συλλογή γνώσεων σχετικών με αυτό που αποκαλούσαν «Ανατολή». Οι Ανατολιστές ανέπτυξαν μια πολιτισμική θεώρηση της ιστορίας βάσει της οποίας οι διάφοροι πολιτισμοί αποτελούν διακριτές ενότητες, που υπάρχουν μεμονωμένα, έχοντας ως κινητήρια δύναμη τον ιδιαίτερο πυρήνα των αξιών τους και εξελίσσονται κατ’ αυτό τον τρόπο μέχρι την τελική παρακμή τους. Η Δύση είχε λοιπόν στον πυρήνα της ελευθερία, νόμο, λογική, επιστήμη, πρόοδο, διανοητική περιέργεια, εφευρετικό πνεύμα, και ούτω καθεξής, και ο πολιτισμός της δεν μπορούσε παρά να έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα. Και φυσικά αυτός ο «ανώτερος» πολιτισμός έγινε μέτρο σύγκρισης για κάθε άλλο πολιτισμό. Έτσι με τη σειρά του, το Ισλάμ χαρακτηρίστηκε δεσποτικό, στατικό, αντιδημοκρατικό, άκαμπτο κλπ, και άρα επιδεκτό μιας Δυτικής επέμβασης προς την προοδευτική κατεύθυνση. Αυτή η ιδέα της «Σύγκρουσης Πολιτισμών», που μηρυκάζεται ακόμα από τους σύγχρονους «ανατολιστές», όπως ο συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου Σάμιουελ Χάντινγκτον, γνωστός και για τις πρόσφατες αναλύσεις του «περί της απειλής που θέτει κατά των ΗΠΑ η σύγχρονη μετανάστευση», βρίσκεται στον ιδεολογικό πυρήνα της Ισλαμοφοβίας.

Τι είναι το πολιτικό ισλάμ

Ο Ισλαμισμός δεν μπορεί να γίνει κατανοητός χωρίς να κατανοήσουμε ταυτόχρονα τον τρόπο με τον οποίο εισέβαλε ο δυτικός ιμπεριαλισμός στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, από την εποχή της Βρετανικής κατάκτησης της Βεγγάλης το 1757. Με στρατιωτικές επεμβάσεις των δυτικών ιμπεριαλισμών, με εκμετάλλευση του πλούτου της αραβικής χερσονήσου (πετρέλαιο) από τις δυτικές πολυεθνικές από κοινού μ’ ένα λεπτό στρώμα της ντόπιας άρχουσας τάξης, με επιβολή οικονομικών προγραμμάτων από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ και, το πιο ταπεινωτικό απ’ όλα, με το ίδιο το κράτος του Ισραήλ, που ξεκίνησε σαν μια ευρωπαϊκή αποικία εποίκων που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή με τη στήριξη της Βρετανίας, και συνεχίζει να ασκεί ανεμπόδιστα μια δικτατορία πάνω στο λαό της Παλαιστίνης, διώχνοντάς τον από τη γη του και επεκτείνοντας τους οικισμούς των εποίκων του στα Κατεχόμενα. Ο Ισλαμισμός είναι, μ’ αυτή την έννοια, μια απάντηση στα δεινά που έχει σωρεύσει ο ιμπεριαλισμός. Και επιπλέον, η θρησκευτική γλώσσα και η δαιμονοποιήση των ισλαμιστών από τους αντιπάλους τους συγκαλύπτουν την τεράστια ποικιλία ρευμάτων μέσα στο Ισλάμ.

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ολόκληρη η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική αναταράχτηκαν από εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Μεταξύ 1932 και 1962, η Αίγυπτος, το Ιράκ, η Συρία, το Λίβανο, η Λιβύη, το Μαρόκο, η Τυνησία και η Αλγερία κατάφεραν να αποτινάξουν τους αποικιοκράτες αφέντες τους (Βρετανία και Γαλλία). Ο πόθος για τον κοινωνικό μετασχηματισμό ήταν διάχυτος όλο αυτό το διάστημα στην περιοχή κι έτσι αναδείχθηκαν νέες κοινωνικές και πολιτικές δυναμείς. Τότε κυριάρχησε ο κοσμικός Αραβικός εθνικισμός, που προσπάθησε να ενώσει όλους τους Άραβες ενάντια στον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Τότε άρχισαν να αποκτούν επιρροή και τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά κόμματα.

Από την επανάσταση στο Ιράν το 1978-79 μέχρι σήμερα, οι πολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και στην ευρύτερη περιοχή κυριαρχούνται από ισλαμιστικά κινήματα.

Η ανάπτυξη αυτών των κινημάτων ήταν ένα μεγάλο σοκ για τη φιλελεύθερη διανόηση και προκάλεσε ένα κύμα πανικού σε όσους πίστευαν ότι ο «εκσυγχρονισμός» -προϊόν της νίκης των αντιαποικιακών αγώνων στις δεκαετίες του ’50 και του ’60- θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε πιο πεφωτισμένες και λιγότερο καταπιεστικές κοινωνίες. Αντί γι’ αυτή την εξέλιξη, γίνονται μάρτυρες της ανάπτυξης κινημάτων που οραματίζονται μια συντηρητική κοινωνία, η οποία αναγκάζει τις γυναίκες να φοράνε μπούργκες, καταστέλλει την ελεύθερη σκέψη και επιβάλλει τις πιο βάρβαρες τιμωρίες σε όσους τολμούν να αμφισβητούν τους κανόνες της.

Στην πραγματικότητα όμως, ο ισλαμισμός δεν είναι μια ανεξάρτητη ιστορική δύναμη όπως την αντιμετωπίζουν οι θρησκευόμενοι άνθρωποι, οι περισσότεροι αστοί αντικληρικοί ή οι φιλελεύθεροι στοχαστές. Είναι μια ιδεολογία που επιδιώκει τη διαιώνιση μιας κοινωνικής τάξης πραγμάτων που υπονομεύεται από την ανάπτυξη του καπιταλισμού ή τουλάχιστον –όπως ισχύει με την εκδοχή που προωθεί η οικογένεια που κυβερνά τη Σαουδική Αραβία- εξιδανικεύει αυτή την τάξη πραγμάτων για να συγκαλύψει τη μεταμόρφωση μιας παλιάς άρχουσας τάξης σε καπιταλιστές.

Χρησιμοποιεί θολές έννοιες όπως π.χ. η «κοινωνική αναγέννηση», που μπορεί να σημαίνει από τερματισμό των «έκφυλων πρακτικών» μέσω της επιστροφής σ’ ένα τύπο συμπεριφοράς που υποτίθεται ότι υπήρχε πριν τη «διαφθορά» του ισλάμ από τον «πολιτιστικό ιμπεριαλισμό», μέχρι αμφισβήτηση του κράτους και της πολιτικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού ή ακόμα και υποστήριξη στους υλικούς αγώνες των εργατών και των χωρικών.

Η ταξική βάση του ισλαμισμού είναι η ίδια μ’ αυτή του κλασικού φασισμού και αυτό σε συνδυασμό με την εχθρότητα που επιδεικνύουν τα περισσότερα ισλαμιστικά κινήματα απέναντι στην αριστερά, στα δικαιώματα των γυναικών και στις κοσμικές ιδέες έχει οδηγήσει πολλούς σοσιαλιστές και φιλελεύθερους να θεωρήσουν αυτά τα κινήματα ως φασιστικά. Κάνουν λάθος. Η μικροαστική κοινωνική βάση δεν αποτελεί αποκλειστικό γνώρισμα του φασισμού. Τέτοια ήταν η βάση των Ιακωβίνων στη Γαλλική Επανάσταση, των εθνικισμών στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, του Μαοϊκού Σταλινισμού και του Περονισμού. Τα φασιστικά κινήματα αναπτύσσονται σε συγκεκριμένη στιγμή της ταξικής πάλης και χρησιμοποιούν την αγανάκτηση των μικροαστών για να τους οργανώσουν σε ομάδες τραμπούκων έτοιμες να μπουν στην υπηρεσία του κεφαλαίου για να τσακίσουν τις εργατικές οργανώσεις.

Ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός, με το σχέδιο της εγκαθίδρυσης μιας κοινωνίας βασισμένης στο μοντέλο που δημιούργησε ο Μωάμεθ στην Αραβία τον 7ο αιώνα, είναι στην πραγματικότητα μια «μικροαστική ουτοπία» που εκπορεύεται από ένα εξαθλιωμένο τμήμα της μεσαίας τάξης. Οι υποστηριχτές του έχουν μονάχα δύο επιλογές: είτε την επιβολή τους ενάντια στο κράτος με τρομοκρατικές μεθόδους είτε το συμβιβασμό με αντάλλαγμα κάποιες παραχωρήσεις ισλαμικών μεταρρυθμίσεων.

Σαν σοσιαλιστές δεν μπορούμε να θεωρήσουμε τους μικροαστούς ουτοπιστές σαν τους κύριους εχθρούς μας. Δεν είναι υπεύθυνοι για το σύστημα του διεθνούς καπιταλισμού, την υποταγή δισεκατομμυρίων ανθρώπων στο τυφλό κυνήγι της συσσώρευσης, τη λεηλασία ολόκληρων ηπείρων από τις τράπεζες, ούτε και για τις μηχανορραφίες που οδήγησαν σε μια σειρά τρομερών πολέμων μέχρι τον περίφημο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».

Σχόλια